Αρχική Χάρτης Πλοήγησης Αναζήτηση
 
,

 

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελεί θεμέλιο λίθο της δομής της κοινωνίας μας αλλά και του Συντάγματος της Ελλάδας. Η Πολιτεία, έχει χρέος και ευθύνη να διασφαλίζει ισονομία και να προστατεύει όλους τους πολίτες που πέφτουν θύματα λόγω της φυλής, του χρώματος, του φύλου, της θρησκείας, της εθνικής τους καταγωγής ή του σεξουαλικού τους προσανατολισμού.

Επί πέντε χρόνια υπήρξαν συντηρητικές αναστολές που δεν επέτρεψαν να έρθει στη Βουλή αυτό το νομοσχέδιο. Νομίζω, κύριοι συνάδελφοι, ότι είναι ιστορικός αυτός ο νόμος που θα ψηφισθεί.

Το φαινόμενο του ρατσισμού δεν είναι ασφαλώς καινούργιο. Το συναντήσαμε κατά τη διάρκεια της αποικιοκρατίας, αλλά και σε περιόδους πολιτικής και οικονομικής αστάθειας και πολέμων, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την άνοδο και την επικράτηση του ναζισμού στη Γερμανία.

Βεβαίως, από το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πόλεμο - όπου ξεκίνησαν οι πρώτες οργανωμένες προσπάθειες αντιμετώπισης του φαινομένου του ρατσισμού με τη διακήρυξη το 1948 των δικαιωμάτων του ανθρώπου από την ΟΗΕ - μέχρι σήμερα, ο ρατσισμός έχει λάβει διαφορετικά χαρακτηριστικά και – δυστυχώς - συνεχίζει και ανανεώνεται με την προσθήκη νέων στοιχείων αποκλεισμού και μίσους. Αλλάζει πολλές φορές μανδύα για να παραπλανεί και να παρασύρει τον κόσμο.

 

Όπως επισημαίνουν επιστήμονες του χώρου, έχουμε μια μετατόπιση του ρατσιστικού λόγου από τη «φυλή» στην «κουλτούρα» και στην φοβία «ανάμειξης των πολιτισμών».  

Ο ισλαμικός φονταμενταλισμός, τον οποίο καταγγέλλουμε όλοι σήμερα, έχει παρελθόν. Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι και η χριστιανοσύνη – η χριστιανική Εκκλησία  και ο δυτικός κόσμος – έζησε τον δικό του θρησκευτικό φανατισμό.

Δεν πρέπει ακόμη να ξεχνάμε ότι η έξαρση των φασιστικών ιδεών και σχημάτων βρίσκει πρόσφορο έδαφος και σε περιόδους κοινωνικής και οικονομικής κρίσης. Η νέα ακροδεξιά παίρνει τεχνηέντως τη μορφή του λαϊκισμού και καταφέρνει δυστυχώς να διεισδύει και να βρίσκει συναίνεση στους κόλπους των φτωχότερων στρωμάτων. Αυτές οι μεταλλάξεις του ρατσισμού και της ξενοφοβίας είναι πλέον ορατές σε όλες σχεδόν τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου όλοι είμαστε σήμερα μάρτυρες της ανόδου της εθνικιστικής, αντισημιτικής και φασιστικής ακροδεξιάς.

 

Το χειρότερο είναι – και γι’ αυτό πρέπει να είμαστε διαρκώς σε εγρήγορση - ότι αρκετά συχνά η νέα αυτή μορφή ρατσισμού, μπορεί και «προσαρμόζεται» στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Αυτή είναι βεβαίως μια μεγάλη, ευρύτερη συζήτηση που το πολιτικό μας σύστημα οφείλει να κάνει.

 

Είναι, επομένως, αυτονόητο ότι η Πολιτεία οφείλει κάθε φορά να επανεξετάζει και να προσαρμόζει το θεσμικό της οπλοστάσιο προκειμένου φαινόμενα ρατσισμού – με όποιο μανδύα κι αν εμφανίζονται – να ξεριζώνονται εν τη γενέσει τους.

 

Για το λόγο αυτό, και το νομοσχέδιο που σήμερα συζητάμε και πρόκειται να ψηφίσουμε τις επόμενες ημέρες αποτελεί – χωρίς αμφιβολία – ένα πολύ σημαντικό θεσμικό βήμα για τη χώρα μας, καθώς για πρώτη φορά η Ελληνική κοινωνία αλλά και η ίδια η δημοκρατία μας, θωρακίζεται με τρόπο συνεκτικό απέναντι στο λόγο του μίσους και την ρατσιστική και ξενοφοβική ρητορική.

 

Αυτή η Βουλή ανεγνώρισε το 1994 την Γενοκτονία των Ελλήνων στον Μικρασιατικό Πόντο, κατόπιν μάλιστα πρωτοβουλίας και εισήγησης του τότε Πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου, όπως έκανα και άλλα κοινοβούλια όπως τα γαλλικό για τη Γενοκτονία των Αρμενίων.

Για τους Ρομά, θα πρέπει να τους προστατεύσουμε, αλλά προτείνοντας πώς πρέπει να οργανώσουμε στην κοινωνία της ζωή τους.

Το ΠΑΣΟΚ έχει καταθέσει μια πρόταση για το σύμφωνο συμβίωσης. Όλες οι χώρες του δυτικού και ανατολικού κόσμου έχουν προχωρήσει πολύ. Εμείς ακόμη δεν μπορούμε να προχωρήσουμε; Οι γάμοι των ομοφυλοφίλων στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης έχουν επιτραπεί – όπως και στις ΗΠΑ πρόσφατα – με ή χωρίς δημοψηφίσματα. Το σύμφωνο συμβίωσης, επομένως, που έχει πολλές παραμέτρους και επιπτώσεις, είναι κάτι που πρέπει να εξετάσουμε.

Είναι επίσης σημαντικό ότι η ποινικοποίηση τέτοιων ρατσιστικών αντιλήψεων καταλαμβάνει και περιπτώσεις όπου αυτές εκφέρονται μέσω του διαδικτύου, το οποίο έχει εξαπλωθεί ραγδαία κυρίως στους νέους.

Ας μην ξεχνάμε, επίσης, ότι στη χώρα μας το μεταναστευτικό ρεύμα ξεκίνησε το 1990-1991. Μέχρι τότε όχι μόνο δεν είχαμε αλλοδαπούς εργαζόμενους, αλλά αντίθετα κάναμε «εξαγωγή» εργατικού δυναμικού στο εξωτερικό. Από το 1991, οπότε και ξεκίνησε η αθρόα εισροή μεταναστών, φτάσαμε να έχουμε – σύμφωνα με εκτιμήσεις καθώς ακόμη και σήμερα κανείς δεν ξέρει τα ακριβή νούμερα – σχεδόν ένα εκατομμύριο μετανάστες. Αν δούμε όμως τα ποσοστά της ακροδεξιάς στην Ελλάδα επί μία 20ετία όπου έγινε μαζική εισροή μεταναστών, θα διαπιστώσουμε ότι αυτά ήταν καθηλωμένα κάτω από 1%. Η Χρυσή Αυγή στις εκλογές του 1994 έλαβε 0,07% και μέχρι το 2009 κινούταν στο 0,3%. Επομένως, δεν ευνοήθηκε από τους αλλοδαπούς τους οποίους «φοβήθηκε» ο ελληνικός λαός. Αντίθετα, η οικονομική κρίση έδωσε τυφλή διέξοδο σε ένα μέρος της κοινωνίας, με συνέπεια η Χρυσή Αυγή να έχει φτάσει σήμερα στα επίπεδα του 9%.  Επομένως, ο φασισμός, ο φανατισμός επενδύει στην οικονομική κρίση και παρασύρει ένα μέρος των φτωχότερων στρωμάτων της κοινωνίας.

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Το νομοσχέδιο αυτό είναι πιστεύω και μία ευκαιρία ώστε σύσσωμα τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου – παρά τις επιμέρους πολιτικές τους διαφορές και διαφωνίες – να στοιχηθούν και να επιδείξουν μηδενική ανοχή στο μίσος, την ξενοφοβία και τον ρατσισμό.